ΒΙΒΛΙΑ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Μέρος ΙΙ

ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Η εποικοδομητική προσέγγιση της διδασκαλίας και της μάθησης

ΑΘΗΝΑ 2002

       
Κεφάλαιο XIII:
 
Η αναγκαιότητα της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών που διδάσκουν Φυσικές Επιστήμες
373
 
13.2 Συμπεράσματα που αντλούνται με βάση τη διεθνή εμπειρία
 
13.3 Πτυχές του προβλήματος «επιμόρφωση»
 
13.4 Φυσικές Επιστήμες και νέες θεωρίες μάθησης
 
13.5 Η επιμόρφωση σε σχέση με τις νέες τεχνολογίες
 
13.6 Η «αδράνεια» των εκπαιδευτικών
 
13.7 Ελληνική εκπαιδευτική παράδοση και τρέχουσα πρακτική της διδασκαλίας
 
13.8 Διεπιστημονική προσέγγιση - Μια επιταγή των καιρών
 
13.9 Αντιλήψεις των εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία και τη μάθηση στις Φυσικές Επιστήμες
 
13.10 Κατανομή σε ειδικότητες
 
13.11 Επιμορφωτές της επιμόρφωσης
 
13.12 Μια πρόταση για την επιμόρφωση στις Φυσικές
Επιστήμες
 
13.13 Εφαρμογή των αρχών της εποικοδομητικής μάθησης στην εκπαίδευση των εκπαιδευτικών
 
13.14 Από το «παράδειγμα διδασκαλίας» στο «παράδειγμα μάθησης»
 



 
13.1 Επιμόρφωση και μεταρρυθμίσεις

 

Το σχολείο, για να παραμείνει ζωντανός και δημιουργικός θεσμός στα πλαίσια της διαρκώς μεταβαλλόμενης κοινωνίας, πρέπει να μετασχηματίζει σε διδακτικές προσεγγίσεις τις σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις και τις δημιουργούμενες ανάγκες και απαιτήσεις της κοινωνίας.

Οι κοινωνικές αλλαγές των τελευταίων χρόνων αλλά και οι νέες θεωρίες μάθησης οδηγούν στον επαναπροσδιορισμό των Αναλυτικών Προγραμμάτων και των διδακτικών στρατηγικών, ώστε να γίνει δυνατόν να επιτευχθεί η μάθηση ισχυρών επιστημονικών μοντέλων και η ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων χειρισμού των επιστημονικών διαδικασιών για την επίλυση πραγματικών προβλημάτων.

Η φράση: «Η παιδεία μας δε στοχεύει αρκετά στην ανάπτυξη της αυτόνομης σκέψης» είναι μια επωδός που επαναλαμβάνεται συχνά από πολλούς ειδικούς της εκπαίδευσης.

Με δεδομένη τη μεγάλη δυσκολία που συναντούν οι ενήλικες στο να σκέφτονται αυτόνομα, είναι αυτονόητο ότι το να καταστεί δυνατή και να προωθηθεί η αυτόνομη σκέψη αποτελεί σημαντικό καθήκον κάθε εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Ο Batens (1996) στο βιβλίο του «Ανθρώπινη Γνώση» γράφει: «Μερικές φορές αποκτά κανείς την εντύπωση πως η εκπαίδευσή μας έχει μείνει στο δέκατο έβδομο αιώνα, όσον αφορά την αντίληψή μας περί γνώσης. Φέρνουμε τους νέους αντιμέτωπους με αποτελέσματα, σαν να ήταν οριστικά εδραιωμένα και απαλλαγμένα από προβλήματα. Τίποτα δε λέγεται για τα προβλήματα της διδασκόμενης γνώσης... Το αποτέλεσμα είναι ότι όλη τους η σχολική εκπαίδευση περιορίζεται στην εκμάθηση τεχνικών που άλλοι ήδη κατέχουν. Όλες οι θεωρίες που πρέπει να μάθουν έχουν ανακαλυφθεί από άλλους, και για όλα τα ερωτήματα που πρέπει να απαντήσουν έχει βρεθεί ήδη η καλύτερη λύση. Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς που πάρα πολλοί νέοι αναπτύσσουν ένα είδος νοοτροπίας υπηρέτη κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης: για τόσες ώρες την ημέρα βάζω τα δυνατά μου, αλλά για κάτι ενδιαφέρον θα κοιτάξω αλλού».

Στην εποχή μας, η εκπαίδευση στις Φυσικές Επιστήμες σύμφωνα με τις νέες θεωρίες μάθησης - όπου η γνώση θεωρείται ανθρώπινο κατασκεύασμα και δεν υπάρχει ανεξάρτητα απ’ αυτούς που την κατέχουν (Glasersfeld, 1986), ενώ ταυτόχρονα σημαντικό ρόλο στην εποικοδόμησή της διαδραματίζει το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο - κοινωνικός κονστρουκτιβισμός- (Vygotsky, 1978, Jonnaert & Vander Borg 1999) πραγματοποιείται μέσω ποικίλων προσεγγίσεων στη διδασκαλία και επιφυλάσσει νέους ρόλους τόσο για το δάσκαλο όσο και για το μαθητή.

Σήμερα, στο κατώφλι του 21ου αιώνα, έχουν διαμορφωθεί μια σειρά από σύγχρονες αντιλήψεις και αρχές για τη μάθηση και τη διδασκαλία και την ανάλογη χρήση και αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών της πληροφόρησης και της επικοινωνίας οι οποίες αλλάζουν το τοπίο σε κάθε τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας, επομένως και εκείνο της εκπαίδευσης. Η εποικοδομητική θεωρία για τη μάθηση, η αντίληψη για την εγκατεστημένη γνώση (situated learning), η συνεργατική μάθηση, η συστημική προσέγγιση, η τάση των πολυμέσων αποτελούν ορισμένες από τις σύγχρονες παιδαγωγικές τάσεις. Η ενεργός εμπλοκή του μαθητή στη διαδικασία της διδασκαλίας και της μάθησης, σε συνδυασμό με την κοινωνική διάσταση της γνώσης και την πλαισιακή προσέγγισή της έχουν αποβεί τα αξιώματα της σύγχρονης Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών. Η διδασκαλία και η μάθηση ενσωματώνονται στα στοιχεία της διαδικασίας, του περιεχομένου και του πλαισίου και επιδιώκεται η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης.

Το ελληνικό σχολείο ήδη δέχεται σε αρκετό βαθμό την επιρροή των διαφόρων μεταρρυθμιστικών προσπαθειών. Με την εισαγωγή/εφαρμογή των νέων Αναλυτικών Προγραμμάτων (Ενιαίο Πλαίσιο Προγράμματος Σπουδών) επιχειρείται η εισαγωγή σημαντικών καινοτομιών που αφορούν στη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών (οργάνωση της τάξης σε ομάδες, εποικοδομητικά και διερευνητικά μοντέλα μάθησης, σύνδεση του μαθήματος με τις νέες τεχνολογίες κ.λπ.).

Έρευνες έχουν δείξει ότι οι αλλαγές στα Αναλυτικά Προγράμματα δεν επιφέρουν πάντα τις επιθυμητές αλλαγές στις διαδικασίες της διδασκαλίας και της μάθησης (Elmore, 1995). Όλες, μάλιστα, συγκλίνουν και συμπεραίνουν ότι ο πιο καθοριστικός παράγοντας σε μια εκπαιδευτική αλλαγή είναι οι στάσεις, οι αντιλήψεις και οι γνώσεις των ίδιων των εκπαιδευτικών. Οι εκπαιδευτικοί δε μεταδίδουν απλά το Αναλυτικό Πρόγραμμα. Το αναπτύσσουν, το προσδιορίζουν και το ερμηνεύουν ανάλογα με το παιδαγωγικό και διδακτικό τους υπόβαθρο. Είναι αυτό που σκέφτονται, πιστεύουν και πράττουν οι εκπαιδευτικοί στο επίπεδο της αίθουσας, που διαμορφώνει τελικά το είδος μάθησης που λαμβάνουν οι μαθητές (Hargreaves, 1991). 

Το πιο δύσκολο μέρος μιας εκπαιδευτικής καινοτομίας είναι η εφαρμογή της, γιατί συστηματική μεταρρύθμιση σημαίνει αλλαγή στις πρακτικές διδασκαλίας και μάθησης (Cohen 1995).

Από τη φύση τους οι άνθρωποι και ειδικά οι εκπαιδευτικοί αρνούνται να δεχτούν εύκολα οποιαδήποτε αλλαγή στο χώρο της δουλειάς τους. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για εισαγωγή καινοτομιών στην εκπαίδευση, οι εκπαιδευτικοί προβάλλουν εμπόδια, σημαντικά ή ασήμαντα, για επιτυχημένη εφαρμογή τους (Fullan 1991, Hargreaves 1995).

Η ποιότητα της εκπαίδευσης εξαρτάται, περισσότερο ίσως από οτιδήποτε άλλο, από το ποιοτικό επίπεδο του στελεχιακού και κυρίως του διδακτικού προσωπικού της. Αν δεν υπάρξει στον τομέα αυτό σημαντική αναβάθμιση, ο υπό συζήτηση στόχος δεν έχει πολλές ελπίδες να επιτευχθεί. Η διεθνής εμπειρία μας διδάσκει ότι εκπαιδευτικοί που δεν επιμορφώνονται και δεν ανανεώνονται συνεχώς επιστημονικά και παιδαγωγικά εφαρμόζουν συνήθως στην τάξη τους τις παραδοσιακές μεθόδους που οι ίδιοι βίωσαν ως μαθητές.

 


 
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14

Ναυαρίνου 13α,10680, Αθήνα Τηλ.: 210 3688036 - Fax: 210 3688036
13a, Navarinou Str., Athens Τel.: 210 3688036-Fax: 210 3688036
H ανάπτυξη του ιστοχώρου πραγματοποιήθηκε από τον καθ. Παν. Κόκκοτα και τους συνεργάτες του.
www.primedu.uoa.gr/sciedu © 2004 All rights reserved - e-mail: estamoulis@sch.gr